- Βασίλιδι
- Βάσιλιςfem dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βασιλίδι — βασιλίς queen fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
HELENIANI Nummi — quorum in Eruditorum gazophylaciis complures, in Franciae Regis cimeliatchio octo aerei servantur, non unius omnino figurae ac ornatus inscriptionisqueve, cui debeant ascribi, dubitant huius rei curiosi; Mattine Constantini Mag. vel Iuliani… … Hofmann J. Lexicon universale
ερεύγομαι — (I) και ρεύομαι (Α ἐρεύγομαι) αποβάλλω, βγάζω από το στόμα αέρια τού στομαχιού ή και μέρος από τις άπεπτες τροφές, ρεύομαι αρχ. 1. (για τη θάλασσα) ξεσπώ σε αφρούς, σε κύματα πάνω στην ξηρά, χτυπώ στα βράχια και αφρίζω 2. (για ηφαίστεια και… … Dictionary of Greek
Κωδινός, Γεώργιος — (15ος αι.). Βυζαντινός ιστορικός. Επικράτησε η απόδοση σε αυτόν τριών έργων: Πάτρια της Πόλεως, Περί των οφφικιαλίων του παλατίου Κωνσταντινουπόλεως και των οφφικίων της Μεγάλης Εκκλησίας και η χρονογραφία Περί των από κτίσεως κόσμου ετών μέχρι… … Dictionary of Greek
βασιλίδ' — βασιλίδα , βασιλίς queen fem acc sg βασιλίδι , βασιλίς queen fem dat sg βασιλίδε , βασιλίς queen fem nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)